Είναι στιγμές που η ψυχή σου μοιάζει με την θάλασσα.
Κάποτε γαλήνια να θες να πλατσουρίσεις για ώρες στο δροσερό ύδωρ της και άλλες φορές η καταιγίδα πάλλεται πριν καν αρχίσει η φουρτούνα.
Άγρια, αδάμαστη, πόθους, ανησυχίες ξεφράζει κι εσύ εκεί, πλοηγός με το καϊκι σου, σαν καρυδότσουφλο να σπαρταρά, προσπαθείς τους ανέμους να τιθασεύσεις.
Μα το πεπρωμένο σε μια τυχαία επιλογή δεδομένων σε αναζητά.
Κι εσύ εκεί δαίμονες , γοργόνες, σειρήνες γλυκό τραγούδι η λαλιά τους και πότε χαοτική συγχορδία.
Προσπαθείς να αποφύγεις τις κακοτοπιές, μα τα άγρια θηρία, οι χίμαιρες, τα στοιχειά κι η χάριβη παραμονεύει.
Σε βράχους και υφάλους μην πέσει το σκαρί κι κομμάτια να γίνει Είσαι εκεί, τι κι αν τα πανιά είναι μπαλωμένα. Τι κι αν βιώνεις την μελωδία του Οδυσσέα. Όνειρα σταθμοί , στο αγιάζι πικραλίδα. Εγώ κι εσύ! Μια σκέψη.
Μια ανάμνηση, αεράκι φθινοπωρινό.