Πόσες φορές δεν στάθηκες να χαζέψεις εκείνον τον διαβάτη που περνά γρήγορα από δίπλα σου; Το κορίτσι που στέκεται στο φανάρι και φαίνεται σκεπτικό; Την μητέρα που πηγαίνει βόλτα το παιδί της και το κρατά από το χέρι; Τον άστεγο που τυλίγεται με μία κουβέρτα; Πόσες φορές δεν προσπάθησες να «ακούσεις τις φωνές» τους;
«Περνούν από δίπλα μας γυναίκες και άντρες που μας σημαδεύουν ή μένουν απόμακροι, συναντήσεις απρόοπτες αλλά καθοριστικές … Μιλάνε εδώ μέσα κορίτσια ερωτευμένα που τα βασανίζει ο πόθος, μοναχικές ψυχές που απογράφουν τις παρουσίες άλλων στη ζωή τους… δειλοί εραστές του καλοκαιριού που δεν συναντήθηκαν ποτέ, κι άλλοι που θέλουν ν’ αλλάξουν τη ζωή τους με κάθε κόστος» (οπισθόφυλλο).
Τις φωνές όλων αυτών και άλλων ανθρώπων «ακούμε» μέσα από τα διηγήματα της Λουκίας Δέρβη. Με την απλή και δυνατή γραφή της, οικεία και ευαίσθητη, η Λουκία Δέρβη μας κάνει συνοδοιπόρους στις σκέψεις, τα προβλήματα, τις αγωνίες και τις αναζητήσεις των ηρώων των ιστοριών της. Κάθε ένας από αυτούς μας παρουσιάζει τις δικές του φωνές, που τον βασανίζουν, τον αναστατώνουν, τον ξεσηκώνουν. Και μέσα από τις φωνές τους ανακαλύπτουμε – μερικές φορές – δικές μας σκέψεις και αναζητήσεις.
«Πεντέμισι εβδομάδες» αναζητούσε η ηρωίδα τον τρόπο να βγάλει από μέσα της τον «Λύκο». Να απελευθερωθεί από μία αγάπη που την πόνεσε, από τον «Λύκο» που τρώει την σάρκα και την ψυχή της. Απομόνωση σε ένα μικρό νησί και εσωτερικός διάλογος, προκειμένου να τα καταφέρει. Πόσες φορές δεν κρυφτήκαμε μέσα στον ίδιο μας τον εαυτό για να αντιμετωπίσουμε τον πόνο; Πόσες φορές δεν θελήσαμε να εξαφανιστούμε σε ένα μέρος που δεν το ξέρουν πολλοί για να κολλήσουμε τα κομμάτια της ψυχής μας; Και όταν αυτό επιτεύχθηκε, νοιώσαμε αναγεννημένοι και δυνατοί να επιστρέψουμε στην ζωή, όπως η ηρωίδα.
Ο Έρνι που κέρδισε στο πάρτυ του φίλου του μετά από «Κλήρο» ένα μεγάλο τίποτα. Ένα τίποτα που τον στιγμάτισε, ένα τίποτα που τον καταδίωκε σε όλη του τη ζωή. Πόσο μπορεί να επηρεάσει αυτό το «κέρδισες ένα μεγάλο τίποτα»! Να μας απογοητεύσει, να μας κάνει να πιστέψουμε ότι δεν αξίζουμε και να παραιτηθούμε από την ζωή. Όμως, μπορεί και να μας πεισμώσει και να αποδείξουμε ότι αξίζουμε πολλά. Ότι μπορούμε να πετύχουμε και να ξεχωρίσουμε. Εμείς αποφασίζουμε αν αυτό το «μεγάλο τίποτα» θα μας ακολουθεί και θα μας οδηγήσει στην κορυφή ή στον πάτο της ζωής. Όπως ακολούθησε τον Έρνι και τον οδήγησε στην κατάκτηση της παγκόσμιας φήμης.
«Ο βαλές» που είχε πάθος τον τζόγο, που σκαρφιζόταν τρόπους για να βγάζει χαρτζιλίκι και να το ακουμπάει στο μπαρμπούτι. «Ο βαλές» που έδωσε μέχρι και την ζωή του «ενέχυρο» προκειμένου να παίξει, που έμεινε καθηλωμένος σε ένα κρεβάτι για χάρη του μπαρμπουτιού. «Ο βαλές» που μας βάζει σε σκέψεις για το πόσο δύσκολο είναι να ξεφύγει ο καθένας από κάθε είδους εθισμού. Και να δούμε με μία άλλη ματιά, πιο κατανοητή, όλους εκείνους που προσπαθούν να ελευθερωθούν από το πάθος και τον εθισμό. «Ο βαλές» που μας δείχνει τον δρόμο για το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε κάποιον που είναι εθισμένος.
Αυτές τις φωνές και άλλες ακούμε στα διηγήματα της Λουκίας Δέρβη, φωνές που μας παρουσιάζουν «έναν κόσμο ποικίλο, κοιταγμένο κάθε φορά από άλλη οπτική, ιστορίες απλών και πιο σύνθετων ανθρώπων, σε διαφορετικές τονικότητες» (οπισθόφυλλο), που ωστόσο όλες αναζητούν την λύτρωση!