«Σκουριά και Χρυσάφι. Νεγρεπόντε» και άλλο ένα ταξίδι στην ιστορία ξεκινά μέσα από τη μαγευτική πένα της Μαίρης Κόντζογλου.
Η ιστορία της οικογένειας που έφτιαξε «το καλύτερο ποτό στον κόσμο» …
Ιούνιος 1824 και τα Ψαρά δέχονται την καταστροφική επίθεση του Οθωμανικού Στόλου. Μία επίθεση που κατέληξε στη σφαγή των κατοίκων του νησιού … Από αυτή τη σφαγή καταφέρνει να βγει ζωντανός ο Αγγελής Βαμβακάς, ο οποίος αφού είδε μπροστά στα μάτια του να ξεκληρίζεται όλη η οικογένειά του, οι συγγενείς και οι φίλοι, προσπαθεί να αναγεννηθεί από τις στάχτες του. Βρίσκεται πρόσφυγας στο Νεγρεπόντε και με υπομονή, επιμονή, πείσμα καταφέρνει να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους εμπόρους…
Δύο γάμοι, η Μαρία και τρία παιδιά, η Τερέζα και εννιά παιδιά, και ο Αγγελής Βαμβακάς γνώρισε το προξενιό, την συμβίωση από υποχρέωση, την αγάπη, τον έρωτα, όσο κι αν αυτά τα συναισθήματα είναι δύσκολα για έναν άνθρωπο που βίωσε τον πόνο της απώλειας.
Μέσα από τον Αγγελή, την Μαρία, την Τερέζα και τα παιδιά τους – με βασικούς πρωταγωνιστές τον Αντώνη (από την Μαρία) και την Αυγουστίνα (από την Τερέζα) – παρουσιάζεται η ιστορία της Ελλάδας, από το 1824 έως το τέλος του 19ου αιώνα. Μία περίοδος κατά την οποία η Ελλάδα ελευθερώθηκε από 400 χρόνια σκλαβιάς και έκανε τα πρώτα της βήματα να σταθεί όρθια. Μία περίοδος η οποία καθόρισε την εξέλιξη της χώρας. Μία περίοδος η οποία καθόρισε και την εξέλιξη του Αγγελή. Μία περίοδος η οποία καθόρισε τον Αντώνη και την Αυγουστίνα …
Με γραφή δυνατή αλλά παράλληλα και ήρεμη, με έντονες περιγραφές, με εναλλαγές στο παρόν και το παρελθόν, με ολοκληρωμένα ψυχογραφήματα των πρωταγωνιστών, με συγκλονιστική παρουσίαση των αισθημάτων των πρωταγωνιστών, και φυσικά με την ουσιαστική – όπως μας έχει συνηθίσει εξάλλου η συγγραφέας – έρευνα, το «Νεγρεπόντε» ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας τις προσπάθειες των Ελλήνων για ελευθερία, την άνθιση του εμπορίου, τη ζωή στο μεγάλο λιμάνι της χώρας τον Πειραιά, καθώς και τη ζωή μέσα στο παλάτι.
Πολιτικές καταστάσεις, εμπορικές συναλλαγές, καθημερινές στιγμές στην επαρχία, νοοτροπίες, ήθη, έθιμα, ζωντανεύουν μπροστά μας και μας παρασύρουν σε ένα όμορφο, ταξίδι στο παρελθόν. Σε ένα ταξίδι το οποίο θα μας καθηλώσει, θα μας συγκινήσει, θα μας κάνει να «επαναστατήσουμε» … Ένα ταξίδι μεθυστικό … Ένα ταξίδι από Χρυσάφι και Σκουριά …
«Χρυσάφι ατόφιο που, κατά λάθος – αλλά μπορεί και εσκεμμένα – μέσα του έπεσε λίγη σκουριά.
Το κόκκινο της σκουριάς του έδωσε τη γλύκα, την πλάνη της αμαρτίας.
Και έτσι, καθώς τίποτα δεν υπάρχει ατόφιο, ούτε χρώμα ούτε χαρά, μα ούτε και λύπη, όλοι σταλάξαμε λίγη σκουριά στη ζωή μας.
Σκουριά και χρυσάφι είναι όλα». (οπισθόφυλλο)