«Το 2022 ο Μίνως Ευσταθιάδης παίρνει άδεια εισόδου στη φυλακή υψίστης ασφαλείας του Στράουμπινγκ στη Γερμανία για να συναντήσει έναν κρατούμενο, καταδικασμένο σε ισόβια.
Η συνέντευξη ολοκληρώνεται, αλλά κατά τη διάρκειά της αρχίζει να αποκαλύπτεται μια διαφορετική και άγνωστη υπόθεση.
Πώς μπορεί να συνδέεται η εξαφάνιση ενός κοριτσιού το 1981 στο δάσος της βαυαρικής λίμνης Άμερ με τη δολοφονία μιας γυναίκας στο πολυτελές ρετιρέ της, στο κέντρο του Μονάχου το 2006; Ο κατάδικος μεταμορφώνεται σε αφηγητή και ο συγγραφέας σε ερευνητή. Ή μήπως σε πραγματικό μάρτυρα;» (οπισθόφυλλο).
Αν κάτι με γοητεύει, με ιντριγκάρει, με «αναστατώνει» στην αστυνομική λογοτεχνία είναι ότι έχει σχέση με την ανθρώπινη ψυχολογία! Τι είναι αυτό που οδηγεί κάποιον στο έγκλημα; Πώς ένας κατά συρροή επιλέγει τα θύματά του; Πώς μπορεί να αισθάνεται κάποιος που έφτασε κοντά στον θάνατο και γλίτωσε; Όλες αυτές οι αναζητήσεις μου «χτυπάνε κόκκινο» ειδικά όταν ένα βιβλίο στηρίζεται σε αληθινά γεγονότα.
Δεν γινόταν, λοιπόν, να μην διαβάσω το καινούργιο βιβλίο του Μίνωα Ευσταθιάδη, ο οποίος με την γραφή του μας προσκαλεί να διεισδύσουμε στο μυαλό και στην ψυχή ενός δολοφόνου! Ή μήπως όχι; Τελικά, οι ενδείξεις μπορούν να καταδικάσουν έναν αθώο και να αθωώσουν έναν ένοχο;
Ο Μίνως Ευσταθιάδης δεν γράφει απλά μία αληθινή ιστορία ενός εγκλήματος. Διεισδύει στο μυαλό, την ψυχή και την καρδιά του «δράστη». Αν μπορούσα να μιλήσω με τον συγγραφέα αυτό που θα ήθελα να τον ρωτήσω είναι «Πόσο εύκολο είναι να σταθεί αντικειμενικά απέναντι σε έναν άνθρωπο που κατηγορείται για φόνο;», «Πώς γίνεται να μην επηρεαστεί όταν μέσα από την συνέντευξη διαπιστώνει λάθη και παραλείψεις;». Τελικά, η δικαιοσύνη είναι όντως τυφλή; Σε σημείο να ενοχοποιεί αθώους και να αθωώνει ενόχους;».
Αυτά τα ερωτήματα και άλλα πολλά, τα οποία έρχονται στο μυαλό κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, προσπαθούν να βρουν απαντήσεις μέσα από την αφήγηση του Φρεντς Τάλας, ο οποίος έχει καταδικαστεί για την δολοφονία της θείας του. Συνδυάζοντας άψογα την δημοσιογραφική γραφή με την μυθοπλασία ο Μίνως Ευσταθιάδης παρουσιάζει την σκληρή πραγματικότητα της δικαιοσύνης και του πλήθους! Η δίψα να λυθεί ένα έγκλημα, να βρεθεί ένας δολοφόνος, ακόμα κι αν δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία.
Η ιστορία του Φρεντς Τάλας (την οποία έψαξα στο διαδίκτυο, αλλά βρήκα ελάχιστα στοιχεία) είναι η κραυγή όλων εκείνων που καταδικάστηκαν χωρίς εμφανή στοιχεία, η ιστορία όλων εκείνων που η δικαιοσύνη τους γύρισε την πλάτη. Και η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές σκέφτηκα «Τελικά, παντού το ίδιο συμβαίνει». Οι άνθρωποι διψάνε για ενόχους, όταν ένα έγκλημα είναι ειδεχθές.
Ο Φρεντς Τάλας αποτέλεσε το τέλειο θύμα για να καταδικαστεί ως ο δολοφόνος της θείας του. Η αστυνομία στέκεται ανεπαρκής απέναντι στην διαλεύκανση του εγκλήματος. Βρίσκει τον τέλειο ένοχο και τον στέλνει στην Δικαιοσύνη. Το δικαστικό σύστημα της Γερμανίας επιπόλαια και με συνοπτικές διαδικασίες καταδικάζει τον Φρεντς σε ισόβια…
Και εκεί που προσπαθείς να συνέλθεις από την ιστορία του Φρεντς, να κατασταλάξουν μέσα σου όλα όσα ένοιωσες (θυμός, οργή, απορία και άλλα), ο Μίνως Ευσταθιάδης σε μεταφέρει 25 χρόνια πριν σε μία άλλη εξαφάνιση αρχικά, δολοφονία στη συνέχεια. Λίμνη Αμέρ, Βαυαρία και η μικρή Ούρσουλα Χέρμαν εξαφανίζεται το απόγευμα της 15ης Σεπτεμβρίου, όταν επέστρεφε με το ποδήλατό της από το σπίτι της ξαδέρφης της [Εδώ βρήκα αρκετά στοιχεία στο ιντερνετ και διαπίστωσα ότι είχα δει και την ταινία – βασισμένη σε αυτό το έγκλημα – «Το κορίτσι στο κουτί» (The girl in the box)].
Η ιστορία της Ούρσουλα είναι συγκλονιστική. Δεν επέστρεψε ποτέ στο σπίτι της και η έρευνα, η οποία κράτησε πολλές μέρες, οδήγησε τελικά στην ανακάλυψη (19 μέρες μετά για την ακρίβεια) ενός κουτιού, το οποίο ήταν θαμμένο κάπου στο δάσος, όπου μέσα βρισκόταν το άψυχο σώμα της μικρής. Κατά την διάρκεια των ερευνών ο απαγωγέας ή οι απαγωγείς είχαν ζητήσει λύτρα, ωστόσο μετά εξαφανίστηκε/αν. Τα ερωτήματα τα οποία προέκυψαν πολλά. Ποιος απήγαγε την Ούρσουλα; Ήταν ένας ή περισσότεροι οι απαγωγείς; Γιατί εξαφανίστηκαν; Μήπως πέθανε από λάθος του το κορίτσι και για αυτό εξαφανίστηκαν; Οι έρευνες της αστυνομίας κατέληξαν σε έναν ύποπτο, όμως τα στοιχεία δεν ήταν επιβαρυντικά και τον άφησαν ελεύθερο. Το 2008, και καθώς πλέον υπάρχει η δυνατότητα έρευνας για γενετικό υλικό και ταυτοποίηση, η αστυνομία ανοίγει ξανά την υπόθεση και τελικά οδηγεί στην δικαιοσύνη τον πρώτο και βασικό ύποπτο, τον Γουόρνερ Μαζουρέκ. Τα στοιχεία και πάλι δεν επαρκούν για την καταδίκη του, όμως για άλλη μία φορά η δικαιοσύνη – και η επιθυμία να κλείσει μία από τις περιβόητες υποθέσεις της Γερμανίας – είναι τυφλή και καταδικάζει τον Μαζουρέκ σε ισόβια. Ο αδερφός της Ούρσουλα δεν πείθεται και εξακολουθεί ακόμα να ερευνά την υπόθεση μέχρι να ανακαλύψει τον αληθινό δολοφόνο της αδερφής του.
Και εδώ ο Μίνως Ευσταθιάδης, συνδυάζοντας την δημοσιογραφία και την αφήγηση, σε βάζει με τον πιο ανατριχιαστικό τρόπο μέσα στην ψυχολογία των πρωταγωνιστών και της μικρής Ούρσουλα. Τρόμος και ανατριχίλα όταν σκέφτεσαι τα λεπτά ή τις ώρες που πέρασε η μικρή μέσα στο κουτί, θλίψη και πόνος όταν σκέφτεσαι τον σπαραγμό των γονιών και οργή για την αναλγησία της γερμανικής δικαιοσύνης.
Το τέλος των δύο ιστοριών, η σύνδεσή τους και τα ερωτήματα που αφήνει ο Μίνως Ευσταθιάδης σε κάνουν να κλείσεις το βιβλίο και να σκέφτεσαι για μέρες πώς μπορεί να αντιμετωπίσει ένας άνθρωπος την άδικη απώλεια ενός δικού του προσώπου, όταν το ίδιο το σύστημα ενδιαφέρεται μόνο για να κουκουλώσει υποθέσεις, προκειμένου να κρύψει τις αδυναμίες του;
«Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους», ένα true crime μυθιστόρημα, το οποίο διεισδύει σε όλα εκείνα τα λάθη της δικαστικής κοινότητας, ταράσσοντας ένα από τα πιο σημαντικά εσωτερικά αισθήματα των ανθρώπων. Την απονομή δικαιοσύνης! Η δικαίωση των θυμάτων (νεκρών και ζώντων) «εξαφανίζεται» μπροστά στην προσπάθεια συγκάλυψης λαθών και αδυναμιών. Η δικαίωση των θυμάτων εξαφανίζεται όταν η κοινή γνώμη, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης «διψάνε για αίμα». Λανθασμένες αποφάσεις, που οδήγησαν στην καταδίκη αθώων για να ικανοποιήσουν το πλήθος!