Και κάποτε ήμουν εκεί ανάμεσα στην ζωή και το τέλος, ισορροπούσα σε αυτή την λεπτή γραμμή που διαχωρίζει το θάνατο από την ύπαρξη.
Τι σημασία έχει αν τα πύρινα μάτια σου έκαιγαν, δεν τα κατάφερες! Παρόλα αυτά προσπάθησες να πιάσεις το χέρι μου καθώς έπεφτα.
Καπνός που με πνίγει, στάχτη που με τυφλώνει, βοή που με τρελαίνει και λάμψεις από το πουθενά ξεπηδούν.
Η καταστροφή ενός πολιτισμού, η ανατολή της αρχής
και το τέλος του μέχρι πρότινος υπαρκτού.
Δυσκολεύομαι να αναγνωρίσω την μορφή σου καθώς περνώ από δίπλα σου, όμως η αύρα σου με στοιχειώνει. Δεν είναι το βλέμμα που με μαγνητίζει, μα η όψη σου γνωστή!
Η υπόσχεση που μου έχεις δώσει με τα μάτια.
Είσαι εδώ ξανά και σε θέλω ..
Μέσα σε θύελλες και καταιγίδες, στον ασταμάτητο χρόνο περπατώ.
Εγκλωβισμένη στο φθαρτό σώμα μου να σε ξυπνήσω προσπαθώ.
Διασχίζοντας πότε τις φλόγες τις κόλασης και πότε αιμορραγώντας τα πλευρά σου κηλιδώνουν άγονο χιόνι!
Μέσα σε παγετώνες η λήθη σε κυρίευσε, δεσμά που σε κρατούν τιμωρημένο για την ένωση ουρανού και γης σαν το καυτό μεταλλο που λιώνει.
Και τώρα κόβεις την αναπνοή μου δαίμονα, που η μορφή σου με καίει έντονα.
Προσπάθησε να μετανιώσεις για τα αμαρτήματα σου.
Μα γνωρίζεις πως ανυπακοή είναι όταν δεν ακούς την καρδιά σο .
Vasiliki G. B.