Τι συμβαίνει όταν αγοράζεις ένα βιβλίο το 2021 και το διαβάζεις τρία χρόνια αργότερα; Ασφαλώς και τρως φοβερό κόλλημα, και ξεκινάς το δεύτερο μέρος της σειράς αμέσως και αναθεματίζεις τον εαυτό σου που δεν τα διάβασες νωρίτερα. Γιατί είπαμε φέτος είναι η χρονιά της Sarah J Maas και ασφαλώς μιλάω για το βιβλίο «Αγκάθια και τριαντάφυλλα».
Σίγουρα οι περισσότεροι το έχετε ακουστά, ή το έχετε ήδη διαβάσει. Για εσάς όμως που ακούτε πρώτη φορά για την συγκεκριμένη σειρά βιβλίων, θα σας πω δύο λόγια για την υπόθεση.
Στο «Αγκάθια και τριαντάφυλλα» ακολουθούμε τα βήματα της Φέιρα, μιας δεκαεννιάχρονης κοπέλας, που προσπαθεί να ανταπεξέλθει στις δύσκολες συνθήκες τις οποίες ζει, μαζί με τις αδερφές της Νέστα, Ελάιν και τον πάτερα τους. Η Φέιρα είναι αναγκασμένη να βγαίνει στο παγωμένο κι εχθρικό γειτονικό δάσος για να κυνηγήσει και να προσφέρει ένα πιάτο φαγητό στην οικογένεια της. Όμως σε ένα από τα κυνήγια της, η Φέιρα θα σκοτώσει έναν θηριώδη λύκο και θα προκαλέσει την οργή, ενός αρχαίου, αθάνατου και θανάσιμου ξωτικού: του Τάμλιν.
Η νεαρή κοπέλα, θα αναγκαστεί να τον ακολουθήσει σε έναν απαγορευμένο για τους ανθρώπους, μαγικό τόπο, που βρίθει από επικίνδυνα πλάσματα. Παγιδευμένη ανάμεσα σε όσα ξέρει για τα ξωτικά και στα συναισθήματα που αρχίζουν να γεννιούνται για τον Τάμλιν, η Φέιρα θα αναγκαστεί να παλέψει με τον ίδιο της τον εαυτό, αλλά και με ένα αρχέγονο, μοχθηρό πλάσμα, που απειλεί να καταστρέψει τον κόσμο τον ξωτικών και τον ανθρώπων, για πάντα.
Αυτή είναι η πάνω κάτω η υπόθεση του βιβλίου και τώρα καθίστε αναπαυτικά, γιατί στις παρακάτω παραγράφους, θα σας δώσω αρκετούς λόγους για να το διαβάσετε.
Πρώτο και κύριο, όσοι έχετε διαβάσει ήδη κάποιο βιβλίο της συγγραφέως, είτε στα ελληνικά είτε στα αγγλικά, γνωρίζετε από πρώτο χέρι, τι θαυμάσιους μαγικούς κόσμους, δημιουργεί η πένα της. Όσοι πάλι, ξεκινάτε το παρθενικό σας ταξίδι στην κοσμοπλασία της Sarah J Maas, ετοιμαστείτε να εκπλαγείτε. Θανάσιμα, παντοδύναμα ξωτικά, μοχθηρά πλάσματα, σκοτεινές υπάρξεις, ειδυλλιακά τοπία, πανέμορφες περιγραφές εξωτερικών χώρων και γενικά, η Πρίθιαν είναι ένας κόσμος που ευχήθηκα να ζω!
Οι χαρακτήρες έχουν κάποια στοιχεία ρεαλισμού, ωστόσο πολλές φορές ακολουθούσαν στερεότυπα και καταστάσεις, που λίγο πολύ τους έκαναν να φέρονται σαν έφηβους, ενώ δεν ήταν. Αλλά, όλες οι πράξεις τους, έχουν ένα λόγο ή κάποιο σημαντικό υπόβαθρο από πίσω. Μίσησα την Νέστα από την πρώτη λέξη που πρόφερε. Τα συναισθήματα μου για τον πατέρα της Φέιρα και την άλλη της αδελφή, την Ελάιν, είναι ακόμα ανάμικτα αν και δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης. Αγαπάω την πονηρή αλεπού τον Λούσιεν, αν και θέλει ένα χεράκι ξύλο για όλα αυτά που τράβηξε η Φέιρα με τις ελλιπείς συμβουλές του.
Επίσης ο Ρίσαντ, παρόλο που παρουσιάζεται σαν ο κακός της υπόθεσης σου αφήνει μια εντελώς διαφορετική αίσθηση, σαν να μην ανοίγει όλα του τα χαρτιά. Από την μία είναι ο γοητευτικός, κόπανος εαυτός του, από την άλλη, όσες φορές (ελάχιστες) αφήνει τις άμυνες του να πέσουν, βγάζει προς τα έξω, ένα άλλο πρόσωπο, κουρασμένο, μπουχτισμένο με την κατάσταση που επικρατεί στην Πρίθιαν, πονεμένο. Νομίζω ότι ο χαρακτήρας του, θα είναι το πρόσωπο κλειδί στην εξέλιξη της Φέιρα και του Τάμλιν.
Και μιας που ανέφερα τα πιτσουνάκια, πάμε να σας πω μερικά πραγματάκια και για αυτούς. Θα αρχίσω με την Φέιρα. Καταρχήν, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ο περισσότερος κόσμος δεν την συμπαθεί. Είναι ξεροκέφαλη; Ναι, εννοείται, θα κάνει αυτό που θέλει και δεν θα νοιαστεί για τυχόν συνέπειες π.χ.:
«Φέιρα, απόψε είναι επικίνδυνα να κυκλοφορείς έξω μόνη σου. Πρέπει να μείνεις στην έπαυλη και για δική σου προστασία κλειδώσου στο δωμάτιο σου»
«Εντάξει». Η Φέιρα λίγες ώρες αργότερα που κυκλοφορεί μεταμφιεσμένη στα χωράφια, μπλέκεται σε περιπέτειες κι αποφασίζει πως την πιο επικίνδυνη για εκείνην νύχτα, στη χώρα των ξωτικών, δεν θα ακούσει καμία συμβουλή και θα βγει να φάει το μπισκότο της. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.
Βγάζει έναν δυναμισμό σαν χαρακτήρα που όμως δεν τον αφήνει να φανεί ξεκάθαρα. Νοιάζεται για την οικογένεια της, όσο χάλια κι αν είναι μεταξύ τους τα πράγματα και παρόλες τις νουθεσίες και τις τρομακτικές ιστορίες που έχει μάθει από μικρή για τα ξωτικά, αποφασίζει (μετά από πολλά κεφάλαια, μην ήμαστε και πλεονέκτες) να δει τα ξωτικά με πιο ανοιχτό μυαλό. Οι διάλογοι της με τον Λούσιεν ήταν το κερασάκι στην τούρτα!
Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές, ο χαρακτήρας της και οι πράξεις της, ήταν κάπως αλλοπρόσαλλες και δεν ταίριαζαν με την ηλικία της. Αλλά εγώ προσωπικά, της δίνω ελαφρυντικά. Έμαθε από τρυφερή ηλικία τι σημαίνει απόρριψη, εξαναγκάστηκε λόγο συνθηκών, από την μία μέρα στην άλλη, να διαγράψει όλο το έφηβο κομμάτι της και να γίνει η γυναίκα του σπιτιού, η κυνηγός, εκείνη που όταν θα έπρεπε να την φροντίζουν και να της παρέχουν ασφάλεια, την ανάγκασαν να μοχθεί για ένα πιάτο φαγητό. Τα παιδικά της χρόνια ήταν φριχτά, δεν χάρηκε την εφηβεία της, οι αδερφές της είναι τρισάθλιες, οπότε ναι, αν θέλει να βγει και να διακινδυνεύσει την ζωή της, για να φάει ένα μπισκότο, ΘΑ ΤΟ ΚΑΝΕΙ! Γιατί είναι η Φέιρα και όλα τα μπορεί. Σχεδόν.
Και ερχόμαστε, στον Τάμλιν, τον Ταμ Ταμ, όπως είναι γνωστός στα σόσιαλ, στον ξανθομάλλη, πανέμορφο κι αρρενωπό, ξωτικό, της Αυλής της Άνοιξης. Το ξωτικό που στην αρχή του βιβλίου, είναι πολύ μπρουτάλ, αλλά αργότερα γίνεται κάπως μάλαμα. Και γιατί λέω κάπως και σας το χαλάω; Γιατί μου τα χάλασε και εμένα ο Τάμλινακος πάνω που είχα αρχίσει να τον συμπαθώ. Πάνω που έδειχνε ψήγματα βελτίωσης, ότι δεν είναι τόσο καθίκι όσο φαίνεται, που άρπαξε μια κοπέλα από το σπίτι της και την έφερε στο δικό του, μου τα έκανε κουλουβάχατα. Κι επειδή η παρακάτω παράγραφός θα είναι και λίγο σπόιλερ, για αποφυγή παρεξηγήσεων παρακαλώ προσπεράστε την.
Σε όλη την αλληλεπίδραση μεταξύ τους, ένιωθα πως ο Τάμλιν πίεζε καταστάσεις, πως εξωθούσε με τις γλυκερές πράξεις του, την Φέιρα στο να τον αγαπήσει. Πως είχε κάποιον σκοπό, που τελικά τον μαθαίνουμε. Ποτέ δεν πείστηκα, ότι τα αισθήματα του, ήταν τόσο βαθιά ή αληθινά όσο έδειχνε κι αυτό γιατί κάτω από το βουνό, ενώ θα έπρεπε εκείνος να δώσει την μεγαλύτερη βοήθεια στην Φέιρα, δεν έκανε τίποτα. Απολύτως τίποτα. Ένα θνητό κορίτσι διακινδυνεύει την ζωή του για να σώσει εσένα και τον λαό σου βρε γελοίε και το μόνο που κάνεις είναι να της γουρλώνεις τα μάτια από το βάθρο σου; ή την ξεμοναχιάζεις σε σκοτεινά δωμάτια; τι είδος αγάπης είναι αυτή που βλέπεις το υποτιθέμενο άλλο σου μισό, να βασανίζεται, να ξυλοκοπείται, να εξευτελίζετε, να κρέμεται από μία κλωστή και δεν αρπάζεις αμέσως το μαχαίρι να την σώσεις;
Ο Ρις όμως ε; Αχ, αυτός ο Ρις. Αχ!
Σταματάω τα σπόιλερ για να σας πω, πως το βιβλίο αν και δεν έχει τόση πολλή δράση όσο ήλπιζα κυλάει σαν νεράκι, παρά την μικρή κοιλίτσα που κάνει κάπου στην μέση. Τα μαγικά πλάσματα και τα πανέμορφα τοπία της συγγραφέως, θα σας συναρπάσουν, θα σας γοητεύσουν και θα παρακαλείτε για την συνέχεια (η οποία από ότι με ενημέρωσαν τα κορίτσια της συνανάγνωσης είναι απλά τοπ). Μην το σκεφτείτε λεπτό, ταξιδέψτε μαζί με την Φέιρα στην μυστηριώδη χώρα των ξωτικών κι ίσως γίνεται κι εσείς μέρος της μαγείας του.
Και για να μην το ξεχάσω, αν συναντήσετε ποτέ το Σούριελ, πιείτε κανένα τσαγάκι μαζί. Έχει πολλά να σας πει και να προδώσει!